Κατά την θεία Λειτουργία, αφού συντελεσθεί ο καθαγιασμός των Τιμίων Δώρων σε Πανάγιον Σώμα και Αίμα Χριστού, ο Λειτουργός έχει συνειδητοποιήσει ότι βρίσκεται ενώπιον του ζώντος Θεού, του Ίδιου του Χριστού, ο Οποίος είχε διαβεβαιώσει τους Μαθητές Του ότι, θα βρίσκεται μαζί τους όλες τις ημέρες της ζωής τους, αλλά και με τους πιστούς, μέχρι τη συντέλεια του κόσμου. Και αυτό, όπως έχουμε εξηγήσει γίνεται ολοφάνερο, κατά την θεία Λειτουργία.
Ο Λειτουργός με σταθερή ελπίδα ότι θα εισακουστεί την ιδιαίτερη αυτή ιερή στιγμή, δέεται για εκείνους που μνημόνευσε στην Αγία Πρόθεση και έβαλε στο δισκάριο τις αντίστοιχες μερίδες τους από το πρόσφορο· τότε προσεκόμιζε τα Δώρα και παρακαλούσε να γίνουν δεκτά· τώρα που τα δέχθηκε ο Θεός ζητεί να γίνουν αποτελεσματικά και ευεργετικά σε ολόκληρη την Εκκλησία.
Ο Λειτουργός πρώτα μνημονεύει τους Αγίους που έφτασαν στη θέωση και πέτυχαν νικηφόροι στον προορισμό τους. Είναι αυτοί που τους έχουμε ως πρότυπα ζωής και ζητούμε τις πρεσβείες τους. Λέγει ο Λειτουργός: «Ακόμα Σου προσφέρουμε τη λογική αυτή λατρεία με αισθήματα ευγνωμοσύνης προς τους προαναπαυσαμένους με πίστη προπάτορες, πατέρες, πατριάρχες, αποστόλους, κήρυκες του λόγου, προφήτες, ευαγγελιστές, μάρτυρες, ομολογητές, ασκητές και όλους όσους έμειναν πιστοί μέχρι τέλους». Και καταλήγει εκφώνως: "Ἐξαιρέτως τῆς παναγίας, ἀχράντου, ὑπερευλογημένης ἐνδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας". Μετά απαριθμεί ο Λειτουργός όλες τις στρατιές των Αγίων. Αυτοί, οι Άγιοι είναι οι αφορμές της ευχαριστίας στο Θεό για την Εκκλησία. Υπέρ αυτών προσφέρει «τήν λογικήν ταύτην λατρείαν» σαν ευχαριστία στο Θεό. Και πάρα πάνω απ' όλους στέκει η μακαρία Μητέρα του Θεού, διότι υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη αγιωσύνη. Γι ̓αυτό ο Λειτουργός δεν ζητεί τίποτε γι' αυτούς, αλλά μᾶλλον αυτός –ο Λειτουργός- έχει ανάγκη των προσευχών τους προς βοήθειά του. Διότι, όπως είπαμε, κάνει την προσφορά υπέρ αυτών όχι σαν ικεσία, αλλά σαν ευχαριστία για το φωτεινό τους παράδειγμα που μας άφησαν με τη ζωή τους και τις αδιάλεπτες πρεσβείες τους για μας.
Ενώ ο λαός ψάλλει (το Μεγαλυνάριον) ύμνον προς την Θεοτόκον "Ἄξιόν ἐστιν…" ο Λειτουργός δέεται τώρα για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Η θεία Ευχαριστία δεν ωφελεί μόνον τους εκκλησιαζομένους και τα επί γης μέλη της στρατευομένης Εκκλησίας, αλλά ωφελεί πολύ και αυτούς που τελείωσαν την εδώ ζωή τους με πίστη και υπακοή στο Χριστό.
Την ώρα αυτή μπορεί και κάθε εκκλησιαζόμενος να μνημονεύει τα ονόματα των οικείων του, των συγγενών και γνωστών του, που έχουν αναχωρήσει από τη ζωή αυτή.
Όπως επίσης, εν συνεχεία, μπορεί να μνημονεύει και γνωστά του ονόματα ζώντων, και μάλιστα εκείνων που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στη ζωή τους. Γι ̓ αυτούς ο Διάκονος στο τέλος των μνημονεύσεων, που κάνει ο Λειτουργός εκφωνεί: "Καί ὧν ἕκαστος κατά διάνοιαν ἔχει καί πάντων και πασῶν".
Ο Λειτουργός στη συνέχεια ικετεύει και εύχεται για όλους σωτηρία και ότι άλλο αναγκαίο και χρήσιμο στον καθένα· μεταξύ αυτών λέγει και τα εξής: "Ἔτι προσάγομέν σοι τήν λογικήν ταύτην λατρείαν ὑπέρ τῆς οἰκουμένης, ὑπέρ τῆς ἁγίας, καθολικῆς καί ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας".
Κύρια θέση στις μνημονεύσεις έχει το όνομα του Επισκόπου της Τοπικής Εκκλησίας, το οποίο μάλιστα αναφέρεται από όλους τους συλλειτουργούς: "Ἐν πρώτοις μνήσθητι Κύριε τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (ὅνομα)…" Ως γνωστόν οι Ιερείς λαμβάνουν από τον Επίσκοπον την χάρη της ιερωσύνης και την ευλογία να τελούν τα Μυστήρια. Αναγνωρίζουν τον Επίσκοπό τους ως πνευματικό τους πατέρα και προσεύχονται σε κάθε θεία Λειτουργία και ιερά Ακολουθία για τον Επίσκοπόν τους, να τον διατηρεί ο Θεός "σῷον, ἔντιμον, ὑγιᾶ, μακροημερεύοντα καί ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς ἀληθείας".
Αφού τελειώσει ο Ιερέας τις ικεσίες του για όλους τους άλλους, εύχεται και για τον εαυτό του να αγιασθεί και ο ίδιος από τα άγια Δώρα. Να λάβει άφεση αμαρτιών. "Μνήσθητι Κύριε -λέγει- καί τῆς ἐμῆς ἀναξιότητος και συγχώρησόν μοι πᾶν πλημμέλημα ἑκούσιόν καί ἀκούσιον καί μή διά τάς ἐμᾶς ἁμαρτίας κωλύσης τήν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό τῶν προκειμένων Δώρων".
Άφεση αμαρτιών δίνει το Άγιο Πνεύμα σ' εκείνους που κοινωνούν τα Δώρα. Αυτή η χάρη, παρακαλεί ο Λειτουργός ας μη εμποδισθεί από τα Δώρα για τις αμαρτίες μου. Διότι κατά δύο τρόπους ενεργεί η θεία Χάρη στα τίμια Δώρα· ο ένας είναι που τα αγιάζει, ο δε άλλος ότι αγιάζει εμάς.
Τον πρώτο τρόπο δεν τον εμποδίζει κανένα ανθρώπινο κακό να ενεργήσει, αλλά όπως ο αγιασμός δεν είναι έργον ανθρώπινης αρετής, έτσι δεν είναι δυνατόν να εμποδισθεί από κακίες ανθρώπων.
Ο δεύτερος τρόπος ενεργείας της χάρης χρειάζεται τη δική μας επιμέλεια. Γι' αυτό εμποδίζεται από την αμέλεια και αδιαφορία μας. Μας αγιάζει δηλαδή η χάρη διά των Δώρων όταν μας βρει με κατάλληλες διαθέσεις να είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε τον αγιασμό. Αν όμως πέσει σε απροετοίμαστες ψυχές, δεν μας προξενεί καμμία ωφέλεια, αντίθετα μας επιβαρύνει με πολύ μεγάλη βλάβη. Αυτή η χάρη, είτε άφεση αμαρτιών είναι, είτε μαζί με την άφεση αμαρτιών και άλλη δωρεά που δίνεται σε όσους με καθαρή συνείδηση κοινωνούν από αυτό το Δείπνο, παρακαλεί ο Λειτουργός να μη εμποδισθεί εξ αιτίας των αμαρτιών του.
Αφού ο Λειτουργός ολοκληρώσει τις Ευχές εύχεται σε όλους ομόνοια, ώστε "ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ δοξάζειν καί ἀνυμνεῖν τό πάντιμον καί μεγαλοπρεπές ὄνομά Σου...". Ἐὰν πάντοτε το "ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδία" είναι αναγκαίον, ακόμη περισσότερον επιβάλλεται τη στιγμή αυτή που ετοιμαζόμαστε για τη θεία Μετάληψη.
Στο σημείο αυτό τελειώνει η μεγάλη Ευχή της Αναφοράς η οποία άρχισε με το "Ἄξιον καί δίκαιον Σέ ὑμνεῖν..." και τελειώνει με το " ...Ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ ἀνυμνεῖν..."
Αδελφοί μου, αυτό το θαύμα της ενότητας της καρδιάς, για την αντάξια και αρμόζουσα δοξολογία του Τριαδικού Θεού, θα είναι ο καρπός της συμμετοχής μας στο μέγα Μυστήριο. Αμήν.
+ Ο ΠΙΣΙΔΙΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΣ