Η θεία Λειτουργία αρχίζει με την εκφώνηση του Ιερέα: "Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος...", ενώ συγχρόνως υψώνει σταυροειδώς με ευλάβεια το Ιερό Ευαγγέλιο, άνωθεν της Αγίας Τραπέζης.
Γιατί άραγε η θεία Λειτουργία αρχίζει με τη δοξολογία αυτή, που απευθύνεται στη "Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υιοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος" και όχι απ' ευθείας στον Ίδιο το Θεό; Ας δούμε, έστω περιληπτικά, τις ερμηνείες που δίνουν επ' αυτού, οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας, που έχουν ασχοληθεί με την ερμηνεία της θείας Λειτουργίας, ήδη από τον 2ον αιώνα:
Η θεία Λειτουργία είναι η ορατή, η αισθητή εμφάνιση στον κόσμο της Βασιλείας του Θεού. Όταν πλησιάζεις την Αγία Τράπεζα να αισθάνεσαι τη ζωντανή παρουσία του Βασιλέα των όλων. Συγκάθεται με τον Πατέρα Του στο βασιλικό θρόνο και διά του Αγίου Πνεύματος ιερουργεί το Μυστήριον της Εκκλησίας για τη σωτηρία του κόσμου. Είναι εκεί μαζί με όλα τα πιστά παιδιά του, σε κοινωνία μαζί τους. Αυτή η παρουσία του Χριστού ιερουργείται στη θεία Λειτουργία και μεταμορφώνει τη γη σε ουρανό. Ο ναός όπου μαζεύονται οι πιστοί για να ευχαριστήσουν και λατρεύσουν τον Κύριο είναι τόπος αγγέλων, τόπος αρχαγγέλων, βασιλεία Θεού, ο ίδιος ο ουρανός. Με την ενανθρώπιση του Υιού του Θεού άνοιξε η θύρα της Βασιλείας. Το λέει ο Κύριος: "ἔφθασεν ἐφ' ὑμᾶς ἡ Βασιλεία του Θεοῦ" (Ματθ. 12: 28). Έτσι, όσοι μετέχουν στη θεία Λειτουργία βαδίζουν προς την Βασιλεία, η οποία ήδη φανερώθηκε. Βαδίζουν προς την Τράπεζα, όπου μαζί με το Χριστό θα πιούν τον καινόν οίνον. Καθώς, λοιπόν, οι καρδιές είναι γεμάτες από χαρά και λαχτάρα για την Βασιλεία του Θεού, που είναι και ο τελικός προορισμός μας, ξεσπούν σε δοξολογία προς την Βασιλεία του Τριαδικού Θεού, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Έτσι, τα πρώτα λόγια της λατρείας μας προς το Θεό είναι λόγια δοξολογίας. Αυτό ταιριάζει την ιερή αυτή στιγμή. Από τα τέσσερα είδη προσευχής: δοξολογία, ευχαριστία, εξομολόγηση, αίτηση, υψηλότερα όλων στέκει η δοξολογία. Γράφει σχετικά ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας: Εκείνος που ζητεί το κάνει αυτό με σκοπό να αυξήσει εκείνα που τον ωφελούν. Εκείνος που εξομολογείται, το κάνει αυτό γιατί θέλει να απαλλαγεί από κακά, και γι' αυτό κατηγορεί τον εαυτό του. Εκείνος που ευχαριστεί είναι φανερό ότι χαίρεται για τα αγαθά του και ευχαριστεί εκείνον που του τα έδωσε. Εκείνος όμως που δοξολογεί το Θεό, αφού αφήσει κατά μέρος τον εαυτό του και τα συμφέροντά του, δοξολογεί τον Κύριο για τον ίδιο τον Κύριο και για τη δύναμή Του και τη δόξα Του. " (Ερμηνεία θ. Λειτουργίας ΙΒ' 4). Άλλωστε και μόνον που θα συναισθανθούμε την άπειρη δύναμη, την μεγαλειότητα του Θεού και τα θαυμάσια που επιτελεί, κατακλύζεται η ψυχή από αισθήματα θαυμασμού και εκπλήξεων, και αυθόρμητα ξεσπά σε δοξολογία προς τον Θεό!
Βεβαίως και τα άλλα τρία είδη προσευχής, που αναφέραμε, έχουν τη θέση τους τόσον στις προσωπικές προσευχές μας, όσον και στη θεία Λειτουργία. Γι' αυτό στη θεία Λειτουργία εναλλάσσονται η δοξολογία με την ευχαριστία, η εξομολόγηση με τις δεήσεις. Έτσι στη θεία Λειτουργία έχουμε σειρές εκτενών δεήσεων για όλον τον κόσμο και όλες τις πνευματικές και βιολογικές ανάγκες μας, εκζήτηση αφέσεως των αμαρτιών μας από τον Θεό και ευχαριστίες για τις αναρίθμητες ευεργεσίες Του. Όσο, δε, θα προχωρούμε στη πνευματική ζωή, τόσο και περισσότερο θα γνωρίζουμε την αγαθότητα, την καλωσύνη και τη φιλανθρωπία του Θεού! Πώς τότε θα μπορούμε να μένουμε ασυγκίνητοι και να μή σπεύδουμε να ευχαριστήσουμε το Θεό! Όταν, δε, σκεπτόμαστε ότι -παρόλες τις παρακοές μας στο θέλημα του Θεού, και τις πολλές μας αμαρτίες μας- ο Κύριος δεν μας αποστρέφεται, αλλά περιμένει την επιστροφή μας κοντά Του με μετάνοια, το αισθανόμαστε ως ψυχική ανάγκη στην προσευχή μας να συμμορφωθούμε με την προτροπή του Προφήτη Ησαΐα: "Λέγε σὺ πρῶτος τὰς ἁμαρτίας σου, ἵνα δικαιωθῇς " (Ησ. 43:26). Τέλος, ως προς τα αιτήματά μας προς τον Θεό, ενώ συναισθανόμαστε την αναξιότητά μας, τολμούμε σε κάθε θλίψη και ανάγκη μας να ζητούμε την προστασία, ενίσχυση και τη βοήθεια του Θεού, αντλώντας θάρρος και δύναμη από τα λόγια του Κυρίου μας: "Ζητάτε και θα σας δοθεί...χτυπάτε την πόρτα και θα σας ανοιχτεί... Μα και ποιός από σας αν του ζητήσει το παιδί του ψωμί, θα του δώσει λιθάρι; Ή, αν του ζητήσει ψάρι, θα του δώσει φίδι;" (Ματθ. 7: 7, 9,10). Και καταλήγει ο Κύριος στο αδιάσειστο συμπέρασμα: "Αφού, λοιπόν, εσείς παρ' όλο που είστε αμαρτωλοί, ξέρετε να δίνετε στα παιδιά σας καλά πράγματα, πολύ περισσότερο ο ουράνιος Πατέρας σας θα δώσει αγαθά σ' όσους του το ζητούν" (στίχ.11).
Η θεία Λειτουργία, λοιπόν είναι η πιό ολοκληρωμένη Προσευχή της Εκκλησίας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν υπάρχει καμμία πνευματική ή και βιοτική ανάγκη που να σχετίζεται με την παρούσα, αλλά και την μέλλουσα ζωή, και η οποία να μή καλύπτεται από τις ευχές, τις δεήσεις, και τους ύμνους της θείας Λειτουργίας. Ολόκληρη, δε, η θεία Λειτουργία, από την αρχή έως την Απόλυση, είναι διανθισμένη με δοξολογικές εκφωνήσεις προς τον Τριαδικό Θεό! Έτσι, λοιπόν, η δοξολογία κατέχει την πρώτη θέση μέσα στη θεία Λειτουργία.
Τη δοξολογική εκφώνηση του ιερέα επισφραγίζουν οι πιστοί λέγοντας Αμήν. Η λέξη αυτή είναι εβραϊκής προέλευσης. Με το Αμήν εκφράζουμε την ευχή και επιθυμία, αυτό που είπε ο άλλος να γίνη πραγματικότητα. Δηλαδή: Είθε να γίνει. Οι πιστοί με το Αμήν, από τη μια αποδέχονται και κηρύσσουν την αλήθεια που περιέχεται στην εκφώνηση του λειτουργού, από την άλλη εύχονται να γευθούν τα αγαθά της Τριαδικής Βασιλείας. Με την ολόψυχη συμμετοχή του λαού η ιερατική ευλογία ανεβαίνει τώρα στο επουράνιο Θυσιαστήριο. Αμήν.